O Άγιος Τρύφων καταγόταν από τη Λάμψακο της Φρυγίας και έζησε στα χρόνια των αυτοκρατόρων Γορδιανού (238-244), Φιλίππου (244-249) και Δεκίου (249-251). Προερχόταν από φτωχή οικογένεια και στη παιδική του ηλικία, έβοσκε χήνες για να ζήσει. Συγχρόνως όμως μελετούσε με ζήλο την Αγία Γραφή και εκτελούσε με ευλάβεια τα θρησκευτικά του καθήκοντα. Έτσι, σιγά-σιγά ο Τρύφων με την ευσεβή φιλομάθεια του, κατόρθωσε όχι μόνο να διδαχθεί ο ίδιος, αλλά και να διδάσκει τις αιώνιες αλήθειες της πίστεως του. Γρήγορα η ευσεβής ψυχή του δέχθηκε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και ο Θεός αξίωσε τον Τρύφωνα να θαυματουργεί.
Όμως ο Άγιος θεράπευε όχι μόνο κάθε ασθένεια, αλλά και εξάγνιζε τις μολυσμένες από τα δαιμόνια ψυχές. Όταν ο αυτοκράτορας Γορδιανός, πληροφορήθηκε για τις θαυματουργικές ικανότητες τού Τρύφωνα, τον παρακάλεσε να θεραπεύσει την άρρωστη κόρη του. O αυτοκράτορας προσπάθησε να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του, προσφέροντας στον Άγιο αξιώματα και χρήματα, τα οποία όμως ο Τρύφων ευγενικά αρνήθηκε.
Όταν αυτοκράτορας έγινε ο Δέκιος, εξαπέλυσε άγριο διωγμό κατά των Χριστιανών. Το 250 μ.Χ. ο Άγιος, επειδή δεν λάτρευε τους θεούς της ειδωλολατρικής θρησκείας και ήταν Χριστιανός, συνελήφθη από κάποιον στρατιωτικό που ονομαζόταν Φρόντων (ή Φόρτων) και οδηγήθηκε ενώπιον των επάρχων της Ανατολής, Τιβέριου Γράγχου και Κλαυδίου Ακυλίνου στη Νίκαια της Βιθυνίας. Ο μάντης Πομπηϊανός τον παρουσίασε στους ηγεμόνες. Ο Άγιος Τρύφων ομολόγησε με θάρρος την πίστη του. Τότε υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια. Του κατατρύπησαν με σπαθιά όλο του το σώμα, έπειτα τον έδεσαν από τα πόδια σε άλογα και τον έσυραν, σε ώρες φοβερού ψύχους, σε δύσβατες και πετρώδεις τοποθεσίες. Εκείνος προσευχόταν και έλεγε: «Κύριε, μην τους καταλογίσεις αυτή την αμαρτία». Μετά το φρικτό μαρτύριο τον ρώτησαν αν σωφρονίσθηκε και ήθελε να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Μάρτυρας του Χριστού απάντησε τότε στον έπαρχο Ακυλίνο: «Ανόσιε και κακών αρχηγέ, είναι δυνατόν να είσαι σωφρονισμένος, όταν είσαι μεθυσμένος από τον διάβολο; Εγώ πάντοτε περνάω τον βίο μου με σωφροσύνη, γιατί έχω τον Χριστό βοηθό της ελπίδας μου». Ύστερα από αυτό τον έκλεισαν στο δεσμωτήριο με σκοπό να του δώσουν διορία, για να απαλλαγεί από την «άνοια» αυτού και να αρνηθεί την πίστη του στον Χριστό. Λίγες ημέρες μετά ο έπαρχος κάλεσε τον Άγιο και τον ρώτησε εάν το διάστημα του χρόνου και τα βασανιστήρια τον έπεισαν να θυσιάσει στους θεούς. Ο Άγιος και πάλι ομολόγησε με πνευματική ανδρεία το Όνομα του Θεού. Τον έσυραν τότε γυμνό πάνω σε σιδερένια καρφιά, κατόπιν τον μαστίγωσαν και στη συνέχεια του έκαψαν με λαμπάδες τα πλευρά. Στο τέλος, μόλις ο Μάρτυρας παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό λέγοντας το «Κύριε Ιησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου», απέκοψαν την τίμια κεφαλή αυτού.
Οι Χριστιανοί παρέλαβαν το τίμιο λείψανο του Μάρτυρος και αφού το έχρισαν με πολύτιμα μύρα και το τύλιξαν σε σινδόνα, το κατέθεσαν σε λάρνακα και το απέστειλαν στην πόλη της Λαμψάκου κατά την επιθυμία του.
Η Σύναξη του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος ετελείτο στο Μαρτύριό του, το οποίο βρισκόταν μέσα στο σεπτό Αποστολείο του Ιωάννου του Θεολόγου, πλησίον της Μεγάλης Εκκλησίας.
Ναό αφιερωμένο στον Άγιο Τρύφωνα έκτισε ο μέγας Ιουστινιανός (527-565 μ.Χ.) στην τοποθεσία του Πελαργού Κωνσταντινουπόλεως. Μονή του Αγίου Τρύφωνος αναφέρεται και μετά τα μέσα του 9ου αιώνος μ.Χ., παρακείμενη στη Μητρόπολη Χαλκηδόνος, στην οποία εκάρη μοναχός ο μετέπειτα Πατριάρχης Νικόλαος ο Μυστικός (901-907, 912-925 μ.Χ.).
Σε πολλά μοναστήρια της πατρίδος μας φυλάσσονται τεμάχια από τα ιερά λείψανα του Αγίου, τα οποία αποτελούν πηγή ιαμάτων για όσους προστρέχουν με πίστη και ευλάβεια, όπως στην Ιερά Μονή Ξενοφώντος του Αγίου Όρους, όπου φυλάσσεται τμήμα της τιμίας κάρας του. Η ευσέβεια του ορθοδόξου ελληνικού λαού ανήγειρε ναούς προς τιμήν του Αγίου σε πολλές περιοχές της Ελλάδος (Παλλήνη Αττικής, Βυτίνα Αρκαδίας, Ν. Λάμψακος Ευβοίας, Διακοπτό Αχαΐας, Ν. Λεύκη Καστοριάς, Σάμος), ενώ στη Χίο υπάρχει σε μικρή απόσταση από το χωριό Νένητα μοναστήρι επ’ ονόματί του, το οποίο υπολογίζεται ότι ιδρύθηκε τον 17ο αιώνα. Ο Άγιος Τρύφων είναι ιδιαίτερα λαοφιλής στον αγροτικό πληθυσμό, αφού θεωρείται ο προστάτης άγιος των αμπελουργών και των γεωργών. Άλλωστε η εορτή του Αγίου τον Φεβρουάριο συμπίπτει με την περίοδο κατά την οποία αρχίζει η σημαντικότερη αμπελουργική φροντίδα που είναι το κλάδεμα. Γι' αυτό τον λόγο οι αμπελουργοί δεν εργάζονται την ημέρα της εορτής του και ραντίζουν τα αμπέλια τους με τον αγιασμό που τελείται στους ναούς, ενώ στο Ευχολόγιο του Δημητριέφσκυ υπάρχει και η «ευχή του Αγίου Τρύφωνος εις άμπελον».
Ο Άγιος Τρύφων υπήρξε δημοφιλής τόσο όσο ήταν ακόμη στη ζωή όσο και μετά το μαρτύριό του. Γι’ αυτό και μέχρι σήμερα έχουν διασωθεί δύο εγκωμιαστικοί λόγοι, ο ένας από τον αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ τον Σοφό (886-912) και ο άλλος από τον αυτοκράτορα της Νίκαιας Βιθυνίας Θεόδωρο Β΄ τον Λάσκαρη (1255-1259). Σημαντικές πληροφορίες για το μαρτύριο του Αγίου μας παρέχει και το σχετικό έργο του Αγίου Συμεών του Μεταφραστού (910-987), ενώ αξιομνημόνευτη είναι και η πραγματεία για τον Άγιο Τρύφωνα που δημοσιεύτηκε το 1925 στα «Acta Sanctorum».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου